Πρακτικά 1ου Πανελλήνιου Περιβαλλοντικού Συνεδρίου, Ορεστιάδα (Μάιος 2004), σελ. 729-739.

 

ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΞΥΛΟΥ – ΕΠΙΠΛΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΡΙΚΑΛΩΝ – ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ - ΚΑΛΑΜΠΑΚΑΣ

 

Σ. Καραστεργίου, I. Κακαράς, Α. Ράμμου και Α. Παπαδόπουλος

Τμήμα Σχεδιασμού & Τεχνολογίας Ξύλου – Επίπλου, Τ.Ε.Ι. Λάρισας, - Παράρτημα Καρδίτσας

Τέρμα Μαυρομιχάλη, Τ.Κ. 43100, Καρδίτσα. Email: karaso@teilar.gr

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Στην παρούσα εργασία καταγράφηκαν με τη μέθοδο των ερωτηματολογίων όλες οι μονάδες ξύλου στις περιοχές των Τρικάλων, της Καρδίτσας και της Καλαμπάκας τα έτη 1995 και 2003. Παρουσιάζονται στοιχεία που αφορούν τον αριθμό και την κατανομή των επιχειρήσεων, τον αριθμό και την κατανομή των εργαζομένων και τη συνολική ισχύ των μηχανημάτων. Ανιχνεύονται τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι καταγραφόμενες μονάδες και προτείνονται λύσεις για την αντιμετώπισή τους, με σκοπό την προσαρμογή των μονάδων στις νέες τεχνολογίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Λέξεις κλειδιά: βιομηχανία ξύλου-επίπλου, νέες τεχνολογίες.

 

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η βιομηχανία και βιοτεχνία ξύλου και επίπλου αποτελεί έναν από τους βασικότερους κλάδους της μεταποίησης της χώρας μας, με σημαντική συμβολή στην εθνική οικονομία και ιδιαίτερα στον τομέα της απασχόλησης. Στη χώρα μας ο κλάδος του ξύλου - επίπλου κατέχει ένα σημαντικό μέρος της παραγωγής και της αγοράς, αφού συνολικά λειτουργούν περίπου 25.000 επιχειρήσεις του κλάδου και απασχολούν άμεσα περίπου 80.000 εργαζομένους (Κακαράς και Σούτσας, 1998). Στα παραπάνω θα πρέπει να προστεθεί και ένας μεγάλος αριθμός βιομηχανιών - βιοτεχνιών, επιχειρήσεων και υπηρεσιών που η λειτουργία τους είναι άμεσα ή έμμεσα εξαρτημένη από τον κλάδο του ξύλου και επίπλου.

Οι κλάδοι ξύλου και επίπλου διήνυσαν μια περίοδο έντονης κρίσης και συρρίκνωσης την περίοδο 1980-1985 και μια περίοδο ανάκαμψης την περίοδο 1985 - 1990. Η ύφεση που εμφανίσθηκε τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ανέκοψε την άνοδο των κλάδων. Στα τέλη της δεκαετίας ο μεν κλάδος ξύλου σημείωσε βαθμιαία υποχώρηση της παραγωγής του, ο δε κλάδος επίπλου χαρακτηρίστηκε από στασιμότητα (Κακαράς και Σούτσας, 1998). 

Ο κλάδος ξύλου και επίπλου έχει παρουσιάσει κατά το παρελθόν μια δυναμική ανάπτυξη. Η ανάπτυξη αυτή όμως έγινε χωρίς ουσιαστικό εθνικό προγραμματισμό, καθοδήγηση, επιστημονική και τεχνική υποστήριξη και προσανατολίσθηκε αποκλειστικά στην ικανοποίηση της εσωτερικής αγοράς. Η ενοποίηση της Ευρωπαϊκής αγοράς έφερε στην επιφάνεια αδυναμίες και προβλήματα του κλάδου και τον υποχρεώνει να εκσυγχρονισθεί και να αναβαθμισθεί με βάση το επίπεδο του Ευρωπαϊκού κλάδου ξύλου και επίπλου (Φιλίππου, 1991).

Στο Σχήμα 1.1 παρουσιάζεται ο αριθμός των επιχειρήσεων για τους κλάδους ξύλου και επίπλου για τα έτη 1984, 1988 και 1992. Είναι εμφανές, ότι σε αυτό το χρονικό διάστημα παρατηρήθηκε μια συνεχής μείωση των επιχειρήσεων του κλάδου. Στο Σχήμα 1.2 παρουσιάζεται ο αριθμός των απασχολουμένων στους κλάδους ξύλου και επίπλου, για τα έτη 1984, 1988 και 1992. Είναι επίσης εμφανές, ότι παρατηρείται μια συνεχής μείωση των απασχολουμένων στον κλάδο.

Κύριο χαρακτηριστικό των επιχειρήσεων ξύλου επίπλου στην Ελλάδα είναι το μικρό μέγεθος του απασχολούμενου δυναμικού. Η διάρθρωση των κλάδων σε τάξεις μεγέθους παρουσιάζεται στον Πίνακα 1.1. Το 96% των επιχειρήσεων ξύλου και το 85% των επιχειρήσεων επίπλου απασχολούν λιγότερο από 10 άτομα κατά επιχείρηση. Τα άτομα αυτά αντιπροσωπεύουν αντίστοιχα το 75% και 69% των εργαζομένων στις επιχειρήσεις ξύλου και επίπλου. Μόνο 240 επιχειρήσεις στον κλάδο ξύλου απασχολούν από 10 έως 50 άτομα και είναι κυρίως πριστήρια και παρκετοποιίες. Από το σύνολο των επιχειρήσεων επίπλου 30 επιχειρήσεις απασχολούν πάνω από 50 άτομα και είναι κυρίως βιομηχανίες παραγωγής ξυλοπλακών (αντικολλητών και μοριοσανίδων).

Σχήμα 1.1: Αριθμός επιχειρήσεων του κλάδου ξύλου και επίπλου

(Πηγή: Μελέτη Ι.Ο.Β.Ε. και στοιχεία ΕΣΥΕΑ).

 

Σχήμα 1.2: Αριθμός εργαζομένων στους κλάδους ξύλου και επίπλου

(Πηγή: Μελέτη Ι.Ο.Β.Ε. και στοιχεία ΕΣΥΕΑ).

 

Πίνακας 1.1: Διάρθρωση κλάδων Ξύλου και Επίπλου.

 

 

ΚΛΑΔΟΣ ΞΥΛΟΥ

ΚΛΑΔΟΣ ΕΠΙΠΛΟΥ

Μέγεθος (άτομα)

Επιχειρήσεις  (%)

Άτομα (%)

Επιχειρήσεις (%)

Άτομα (%)

0-4

92,90

62,1

85,1

50,4

5-9

4,82

12,5

8,9

18,8

10-19

1,5

8,0

3,8

16,9

20-49

0,6

6,0

1,0

9,6

50-99

0,1

2,8

0,8

1,7

>100

0,05

8,6

0,4

2,8

Σύνολο

100

100

100

100

 

 

 

 

 

 

 

 

 

(Πηγή: Μελέτη Ι.Ο.Β.Ε. και στοιχεία ΕΣΥΕΑ).

 

Η γεωγραφική κατανομή των επιχειρήσεων ξύλου και επίπλου παρουσιάζεται στο Σχήμα 1.3. Η περιφέρεια Αττικής συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ποσοστό αριθμού επιχειρήσεων (41% του επίπλου και 26% του ξύλου). Ακολουθεί η Μακεδονία και κυρίως η περιοχή της Θεσσαλονίκης, όπου συγκεντρώνεται το 29% των επιχειρήσεων επίπλου και το 21% των επιχειρήσεων ξύλου.

Από πλευράς εγκατεστημένης υποδύναμης κυριαρχεί η Κεντρική Μακεδονία με 23% της εγκατεστημένης υποδύναμης όλης της χώρας. Στον κλάδο επίπλου η Στερεά Ελλάδα και η Μακεδονία συγκεντρώνουν το 50% της συνολικής απασχόλησης και ισχύος. Η περιφέρεια της πρωτεύουσας συγκεντρώνει το 28% της απασχόλησης και το 25% της ισχύος. Οι πιο σύγχρονες σε εξοπλισμό μονάδες παραγωγής ξύλου βρίσκονται στη Θράκη, Θεσσαλία, Μακεδονία, Ήπειρο και Πελοπόννησο. Αντίστοιχα οι πλέον σύγχρονες μονάδες παραγωγής επίπλων εντοπίζονται σε Ήπειρο, Θεσσαλία, Μακεδονία και Στερεά Ελλάδα.

Σχήμα 1.3:  Γεωγραφική κατανομή (%) επιχειρήσεων ξύλου και επίπλου

(Πηγή: Μελέτη Ι.Ο.Β.Ε. και στοιχεία ΕΣΥΕΑ).

 

2. ΣΚΟΠΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι να καταγράψει και να παρουσιάσει την υφιστάμενη κατάσταση του κλάδου ξύλου - επίπλου στους νομούς Τρικάλων και Καρδίτσας, να μελετήσει την μεταβολή τους κατά τα έτη 1995 και 2003, να παρουσιάσει τα προβλήματά τους και να προτείνει λύσεις για την αντιμετώπισή τους.

 

3. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ

Στην παρούσα εργασία καταγράφηκαν όλες οι μονάδες που απασχολούν προσωπικό από τρία άτομα και πάνω στις περιοχές των Τρικάλων της Καρδίτσας και της Καλαμπάκας τα έτη 1995 και 2003. Η καταγραφή των μονάδων έγινε με τη χρήση ερωτηματολογίων και προσωπικών επισκέψεων στις μονάδες. Τα στοιχεία τα οποία συλλέχθηκαν αφορούσαν το ιστορικό της μονάδας, τις εγκαταστάσεις, τις πρώτες ύλες, τα παραγόμενα προϊόντα και το εργατικό δυναμικό της επιχείρησης. Στη συνέχεια έγινε κατάταξη των καταγραφόμενων μονάδων στις εξής τρεις κατηγορίες:

ü       μονάδες επεξεργασίας ξύλου (πριστήρια, εμποτιστήρια, μονάδες παραγωγής παλλετών και κιβωτίων),

ü       μονάδες επίπλων, και

ü       μονάδες ξυλοκατασκευών (μονάδες παραγωγής κουφωμάτων, επίπλων κουζίνας και ξυλογλύπτων).

 

4. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ - ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Στο Σχήμα 4.1 παρουσιάζεται ο συνολικός αριθμός των επιχειρήσεων κατά τα έτη 1995 και 2003, στις πόλεις των Τρικάλων, της Καρδίτσας και της Καλαμπάκας. Από αυτό προκύπτει, ότι παρουσιάζεται μια μικρή αύξηση του αριθμού των επιχειρήσεων από το 1995 (81) έως το 2003 (84), γεγονός που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην δραστηριότητα που αναπτύχθηκε στο νομό Τρικάλων. Στο νομό Καρδίτσας παρατηρήθηκε μία μείωση, ενώ στην Καλαμπάκα η κατάσταση έμεινε πρακτικά αναλλοίωτη. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι το 60% περίπου των καταγραφόμενων επιχειρήσεων βρίσκεται στα Τρίκαλα.

Οι καταγραφόμενες μονάδες κατατάχθηκαν στις ακόλουθες κατηγορίες: (α) πριστήρια, (β) μονάδες παλλετών και κιβωτίων, (γ) μονάδες κουφωμάτων και επίπλων κουζίνας, (δ) μονάδες επίπλων, και (ε) μονάδες ξυλογλύπτων. Με βάση την παραπάνω κατανομή, ο αριθμός των επιχειρήσεων κατά τα έτη 1995 και 2003 δίνεται για κάθε πόλη, στα Σχήματα 4.2 έως 4.4.

 

Σχήμα 4.1: Συνολικός αριθμός των επιχειρήσεων.

Σχήμα 4.2: Αριθμός και κατανομή επιχειρήσεων στην Καρδίτσα.

Σχήμα 4.3: Αριθμός και κατανομή επιχειρήσεων στα Τρίκαλα.

 

Σχήμα 4.4: Αριθμός και κατανομή επιχειρήσεων στην Καλαμπάκα.

Από τα παραπάνω Σχήματα, προκύπτουν τα εξής:

·         Στην Καλαμπάκα, δεν παρατηρήθηκε καμμία μεταβολή, όσον αφορά τον αριθμό των μονάδων, πλην των μονάδων ξυλογλύπτων που αυξήθηκαν ελάχιστα.

Από τις πέντε κατηγορίες στις οποίες ταξινομήθηκαν οι καταγραφόμενες μονάδες, αρνητική μεταβολή κατά τα έτη 1995-2003, υπέστη ο κλάδος των κουφωμάτων – επίπλων κουζίνας. Η μείωση των μονάδων καταδεικνύει τον ισχυρό ανταγωνισμό που δέχεται το ελληνικό έπιπλο απο το εισαγόμενο και επισημαίνει την ανάγκη προσαρμογής των μονάδων στα δεδομένα της σύγχρονης ευρωπαϊκής αγοράς.

Στο Σχήμα 4.5 παρουσιάζεται ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων στις καταγραφόμενες επιχειρήσεις, κατά τα έτη 1995 και 2003. Από το σχήμα προκύπτει ότι ο αριθμός των εργαζομένων παρουσίασε μία μικρή μείωση, η οποία οφείλεται στην μείωση που παρατηρήθηκε στην Καλαμπάκα. Ο αριθμός των εργαζομένων έμεινε σταθερός στην Καρδίτσα, ενώ αυξήθηκε στα Τρίκαλα.

Στο Σχήμα 4.6 παρουσιάζεται ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων στις καταγραφόμενες επιχειρήσεις κατά τα έτη 1995 και 2003, ταξινομημένος σε κλάσεις των πέντε ατόμων. Από το σχήμα προκύπτει ότι το 50% περίπου των επιχειρήσεων απασχολεί έως 5 άτομα, και ότι ο αριθμός των επιχειρήσεων που απασχολούν περισσότερα από είκοσι άτομα είναι εξαιρετικά μικρός. 

 

Σχήμα 4.5: Αριθμός εργαζομένων στις καταγραφόμενες επιχειρήσεις.

Σχήμα 4.6: Αριθμός εργαζομένων στις καταγραφόμενες επιχειρήσεις.

 

Από τα παραπάνω στοιχεία συμπεραίνουμε ότι κύριο χαρακτηριστικό του κλάδου είναι ο κατακερματισμός της παραγωγής σε ένα πολύ μεγάλο αριθμό μικρών επιχειρήσεων με μέσο αριθμό απασχολούμενων εργαζομένων κατά επιχείρηση λιγότερο από πέντε άτομα.

Οι εργαζόμενοι στις καταγραφόμενες επιχειρήσεις κατατάχθηκαν στις εξής κατηγορίες: (ι) ειδικευμένο προσωπικό, (ιι) ανιδείκευτο προσωπικό και (ιιι) διοικητικό προσωπικό. Τα αποτελέσματα της καταγραφής αυτής παρουσιάζονται στα Σχήματα 4.7 και 4.8, για τα έτη 1995 και 2003 αντίστοιχα.  Ένα ιδιαίτερα ενθαρρυντικό και ταυτόχρονα μη αναμενόμενο αποτέλεσμα, είναι ότι στις καταγραφόμενες επιχειρήσεις ο συνολικός αριθμός του ειδικευμένου προσωπικού (52% και 49.6%, για τα έτη 1995 και 2003 αντίστοιχα) υπερτερεί κατα πολύ του ανειδίκευτου προσωπικού (28.6% και 30%, για τα έτη 1995 και 2003 αντίστοιχα).  Αυτό είναι περισσότερο έντονο στα Τρίκαλα, η διαφορά δεν είναι μεγάλη στην Καλαμπάκα, ενώ στην Καρδίτσα υπερτερεί το ανειδίκευτο προσωπικό.

Η ισχύς των μηχανημάτων στις καταγραφόμενες επιχειρήσεις παρουσιάζεται στο Σχήμα 4.9. Από αυτό παρατηρείται μία μικρή άυξηση της συνολικής ισχύος από το 1995 έως το 2003, η οποία οφείλεται στη δραστηριότητα που αναπτύχθηκε στα Τρίκαλα. Στην Καλαμπάκα η κατάσταση έμεινε αναλλοίωτη, ενώ στην Καρδίτσα παρατηρήθηκε μείωση. Τα παραπάνω υποδηλώνουν ότι ουσιαστικά κατά τα έτη 1995 – 2003 οι επενδύσεις, από άποψη υλικοτεχνικής υποδομής, που πραγματοποιήθηκαν στις μονάδες ήταν από μηδαμινές έως ελάχιστες.

 

Σχήμα 4.7: Κατανομή προσωπικού στις καταγραφόμενες επιχειρήσεις (1995).

Σχήμα 4.8: Kατανομή προσωπικού στις καταγραφόμενες επιχειρήσεις (2003).

 

Σχήμα 4.9. Ισχύς μηχανημάτων στις καταγραφόμενες επιχειρήσεις.

 

Ακολουθεί παρουσίαση των προβλημάτων των μονάδων που εντοπίστηκαν στην καταγραφή. 

Πριστήρια:

ü       Οι υπάρχουσες μονάδες πριστηρίων είναι μικρές, παραδοσιακές μονάδες με κλασικά μηχανήματα πρίσεως και ελλιπείς εγκαταστάσεις φυσικής ξήρανσης (υποστέγων φυσικής ξήρανσης και αποθηκών ξηραμένης ξυλείας), άτμισης και βελτίωσης της πριστής ξυλείας (επανάπρισης). Οι μονάδες δεν εφαρμόζουν τεχνητή ξήρανση και αυτό αποτελεί σοβαρό μειονέκτημα για τη χρησιμοποίηση της ξυλείας αυτής σε έπιπλα, πατώματα και κουφώματα. 

ü       Η κατεργασία των κορμών στα πριστήρια περιορίζεται σε μια πρώτη κατεργασία πρίσης με μεγάλο ποσοστό φθοράς και παραγωγή πριστής ξυλείας χωρίς παραπέρα κατεργασία και καθετοποίηση της παραγωγής για παραγωγή ημιέτοιμων προϊόντων που θα προορίζονται για συγκεκριμένες εφαρμογές.

ü       Δεν εφαρμόζεται σύστημα τυποποίησης, ποιοτικού ελέγχου και ποιοτικής ταξινόμησης της ξυλείας.

ü       Η παραγωγικότητα των μονάδων είναι χαμηλή και το κόστος παραγωγής πολύ υψηλό.

ü       Τα πριστήρια σε όλη την Ελλάδα δέχονται ισχυρό ανταγωνισμό απο τις εισαγωγές πριστής ξυλείας χαμηλού κόστους, ειδικά απο τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες. Αποτέλεσμα των δεδομένων αυτών είναι πολλές απο τα πριστήρια να έχουν κλείσει, άλλα να έχουν περιορίσει σημαντικά τις δραστηριότητές τους ή να έχουν μετατραπεί σε εμπορικές επιχειρήσεις προϊόντων ξύλου. Αρκετές επιχειρήσεις του Ν. Τρικάλων το 2003 μεταφέρθηκαν ή δημιούργησαν παραρτήματα σε χώρες του εξωτερικού.

Μονάδες παραγωγής επίπλων:

ü       Χαρακτηριστικό των επιχειρήσεων επίπλου είναι ο μεγάλος αριθμός παραγόμενων προϊόντων ανα μονάδα.  Όλες σχεδόν οι μονάδες παράγουν πολλά είδη επίπλων με διαφορετική τεχνολογία παραγωγής, με ποικίλες διαστάσεις και διαφορετικές πρώτες ύλες. Αυτά τα δεδομένα δεν ευνοούν την οργάνωση της παραγωγής, την αυτοματοποίησή της, τον ποιοτικό έλεγχο και την εξειδίκευση του προσωπικού, με αποτέλεσμα τα παραγόμενα έπιπλα να είναι μέτριας ποιότητας και υψηλού κόστους. Οι περισσότερες επιχειρήσεις δουλεύουν με παραγγελίες και χωρίς τυποποίηση διαστάσεων.

ü       Οι χρησιμοποιούμενες πρώτες ύλες ξύλου είναι αμφίβολης ποιότητας, αφού για τις περισσότερες απο αυτές δεν ισχύουν προδιαγραφές και δεν υπάρχει εγγύηση. Δεν υπάρχει γνώση για σύγχρονα προϊόντα ξύλου (π.χ. OSB).

ü       Το πρόβλημα των πρώτων υλών συνοδεύεται από την ακαταλληλότητα των χρησιμοποιούμενων αποθηκευτικών χώρων. Οι χώροι αποθήκευσης δεν κλιματίζονται και δεν τηρούνται βασικοί κανόνες τεχνολογίας.

ü       Το ίδιο πρόβλημα με την αποθήκευση των πρώτων υλών υπάρχει σε αρκετές μονάδες με την αποθήκευση των έτοιμων προϊόντων. Τα έτοιμα προϊόντα επίπλων δεν αποθηκεύονται ή δεν εκτίθενται σε κλιματιζόμενους χώρους, με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται ανάλογα προβλήματα.

ü       Δεν υπάρχουν προδιαγραφές ποιότητας για τα τελικά προϊόντα επίπλων με αποτέλεσμα να μην είναι γνωστές στους χρήστες οι αντοχές αυτών.

ü       Η πλειονότητα των μονάδων δεν εφαρμόζει ένα Σύστημα Ποιοτικού Ελέγχου τόσο για τις πρώτες ύλες, όσο και για τα τελικά προϊόντα. Δεν υπάρχουν τα στοιχειώδη όργανα και μικροσυσκευές για ποιοτικό έλεγχο πρώτων υλών και τελικών προϊόντων (υγρόμετρα ξύλου και περιβάλλοντος, μικρόμετρα, μετρητές χρωμάτων κτλ.).

ü       Δεν υπάρχει μονάδα που να πιστοποιεί τα προϊόντα της, να διαθέτει πιστοποιητικά ελέγχου ποιότητας από Εργαστήρια Ποιοτικού ελέγχου, ή να παρέχει εγγύηση ορισμένου χρόνου για τη σωστή λειτουργία των επίπλων.

ü       Η πλειονότητα των μονάδων δε διαθέτει ειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό για το σχεδιασμό των επίπλων, την τεχνολογία παραγωγής, την οργάνωση, τον ποιοτικό έλεγχο και τη διάθεση των προϊόντων. Οι ιδιοκτήτες συνήθως ασχολούνται με όλους τους τομείς της επιχείρησης.

ü       Ο μηχανολογικός εξοπλισμός πολλών μονάδων είναι παλιάς τεχνολογίας και η χωροταξική κατανομή των μηχανημάτων (lay out) δεν είναι μελετημένη. Το γεγονός αυτό αλλά και ο μεγάλος αριθμός των παραγόμενων προϊόντων δεν επιτρέπουν την αυτοματοποίηση στη ροή παραγωγής και γενικά την οργάνωση της παραγωγής.

ü       Στην πλειονότητα των μονάδων είναι εμφανής η έλλειψη μακρόπνοου προγραμματισμού και σχεδίων εκσυγχρονισμού και προσαρμογής στα δεδομένα της σύγχρονης αγοράς. Οι περισσότερες επιχειρήσεις είναι οικογενειακού χαρακτήρα και απευθύνονται στην τοπική αγορά. 

ü       Στις περισσότερες μονάδες δεν τηρούνται επαρκώς οι κανόνες ασφάλειας, πρόληψης ατυχημάτων και υγιεινής σε όλα τα στάδια της παραγωγής και ειδικά στα στάδια τελειώματος των επίπλων (λείανση, βαφή). Ελάχιστες επιχειρήσεις διαθέτουν σύγχρονα συστήματα βαφής (robot). Μεγάλος αριθμός μονάδων δε διαθέτει τις απαιτούμενες εγκαταστάσεις (καμπίνες βαφής, συστήματα απαγωγής υπολειμμάτων ξύλου, συστήματα κλιματισμού, κτλ.) και προβαίνει στη λείανση βαφή, βερνίκωμα των επίπλων στον ίδιο χώρο με την κυρίως παραγωγή.  Η τακτική αυτή πέραν των κινδύνων για την ασφάλεια των εργαζομένων και των εγκαταστάσεων, οδηγεί και στην παραγωγή προϊόντων μειωμένης ποιότητας.

Μονάδες παραγωγής κουφωμάτων:

Στον τομέα των κουφωμάτων υπάρχουν σε γενικές γραμμές όλα τα προβλήματα που παρουσιάσθηκαν παραπάνω και που αφορούν τις μονάδες επίπλων.  Ειδικότερα:

ü       Δεν υπάρχει τυποποίηση στις διαστάσεις και στον τύπο των κουφωμάτων γιατί η παραγωγή των κουφωμάτων γίνεται στην πλειονότητα με παραγγελία απο τον ενδιαφερόμενο ή από τον εργολάβο και σε ποικιλία διαστάσεων ανάλογα με τις προτιμήσεις των πελατών. Πολύ λίγες επιχειρήσεις διαθέτουν σύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό. 

ü       Οι μονάδες κουφωμάτων είναι κυρίως μικρές μονάδες χωρίς σύγχρονα μηχανήματα και παρουσιάζουν μια σημαντική υστέρηση σε εφαρμογή σύγχρονης τεχνολογίας, και χρησιμοποίησης νέων προϊόντων.

ü       Οι υπάρχουσες μονάδες δέχονται ισχυρό ανταγωνιασμό απο το εισαγόμενα κουφώματα. 

Συνοψίζοντας παρατηρούμε ότι είναι ενδεικτική η έλλειψη εξειδικευμένων στελεχών παραγωγής και κυρίως Σχεδιαστών Επίπλου και Τεχνολόγων Ξύλου και Επίπλου. Σε όλη τη Θεσσαλία μόνο 4-5 μονάδες επίπλων συνεργάζονται με Σχεδιαστές Επίπλου ή Αρχιτέκτονες. Επίσης, οι επιχειρήσεις δεν τηρούν τα απαραίτητα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων.

 

Αντιμετώπιση Προβλημάτων – Προτάσεις.

Τα μέτρα που προτείνονται για την αντιμετώπιση των προβλημάτων είναι τα ακόλουθα:

ü       Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σημασία στο σωστό σχεδιασμό των επίπλων, δηλαδή το μορφολογικό και δημιουργικό σχεδιασμό των προϊόντων και το βιομηχανικό σχεδιασμό της παραγωγής.

ü       Όσον αφορά την οργάνωση της παραγωγής προτείνονται:

(ι) εξειδίκευση της παραγωγής σε ένα προϊόν ή ομοειδή προϊόντα, ώστε να είναι δυνατή η αυτοματοποίηση της παραγωγής, η βελτίωση της ποιότητας, η αύξηση της παραγωγής και η μείωση του κόστους.

(ιι) οργάνωση και εκσυγχρονισμός των μηχανημάτων και εγκαταστάσεων και σωστή κατανομή των μηχανημάτων στο χώρο, με εφαρμογή αυτοματισμών στην τροφοδοσία και τη διακίνηση των ημιέτοιμων προϊόντων.

(ιιι) έρευνα της ελληνικής, της βαλκανικής αλλά και της ευρωπαϊκής αγοράς, προκειμένου να ληφθούν σωστές αποφάσεις για το είδος των επίπλων που πρέπει να παράγονται, το σχεδιασμό της παραγωγής και τον εκσυγχρονισμό των μονάδων.  H έρευνα των αγορών αυτών καθώς και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των παραγόμενων επίπλων, θα βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος διάθεσης των προϊόντων.

ü       Για την αντιμετώπιση του σοβαρού προβλήματος της ποιότητας των πρώτων υλών, προτείνεται η προμήθεια πρώτων υλών με προδιαγραφές.

ü       Ο ποιοτικός έλεγχος των τελικών προϊόντων χρειάζεται την εγκατάσταση και λειτουργία συστήματος διασφάλισης ποιότητας

ü       Από την πλευρά της Πολιτειας αλλά και των φορέων και οργάνων του κλάδου πρέπει να χαραχθεί εθνική πολιτική στον κλάδο Ξύλου-Επίπλου, με λήψη συγκεκριμένων μέτρων όπως η ίδρυση Εργαστηρίου Ποιοτικού Ελέγχου. Προς την κατεύθυνση αυτή κινείται το Τμήμα Σχεδιασμού και Τεχνολογίας Ξύλου – Επίπλου με την ίδρυση Εργαστηρίου Ποιοτικού Ελέγχου επίπλων και την πιστοποίησή του από αρμόδιο φορέα.

ü       Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να στελεχωθούν από άτομα με εξειδικευμένες γνώσεις στο σχεδιασμό και την τεχνολογία του ξύλου και του επίπλου (Σχεδιαστές και Τεχνολόγους Ξύλου – Επίπλου).

 

Ειδικότερα για τις μονάδες κουφωμάτων είναι αναγκαία η οργάνωση μονάδων με τυποποίηση της παραγωγής και εφαρμογή σύγχρονης τεχνολογίας, όπως:

ü       Χρησιμοποίηση τρικολλητής ξυλείας καθώς και νέων συγκολλητικών ουσιών.

ü       Εμποτισμός του ξύλου με ελαιοδιαλυτές εμποτιστικές ουσίες ή βορικά άλατα υπό πίεση ή σε περιβάλλον διπλού κενού.

ü       Χρησιμοποίηση νέων προϊόντων ξύλου (OSB, HDF).

ü       Εφαρμογή συντηρητικών βερνικιών εμποτισμού σε περιβάλλον κενού εντός κυλίνδρου με ψεκασμό του συντηρητικού με ρομπότ βαφής.

ü       Εφαρμογή σύγχρονης τεχνολογίας με μηχανήματα αριθμητικού ελέγχου CNC και συστήματα CAD-CAM.

Ειδικότερα για τις μονάδες επίπλων προτείνεται η χρησιμοποίηση νέων υλικών και τεχνολογιών, όπως:

ü       Χρησιμοποίηση πολυστρωμάτων πολυμερών φύλλων HPL (High Pressure Laminates) για επενδύσεις ξυλοπλακών.

ü       Χρησιμοποίηση LVL (Laminated Veneer Lumber) και OSB (Oriented Strand Board) σε σκελετά επίπλων ταπετσαρίας σε αντικατάσταση άλλων υλικών (μοριοσανίδων, MDF, κτλ.).

ü       Τεχνολογία εφαρμογής καμπύλων στοιχείων επίπλων από επικολλητά ξυλόφυλλα σε πρέσες υψίσυχνων, για περιπτώσεις νέων σχεδίων επίπλων με καμπύλες μορφές. Για μια τέτοια γραμμή παραγωγής απαιτούνται έτοιμοι καπλαμάδες, ειδικές πρέσες και γεννήτρια υψίσυχνου ρεύματος.

 

5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Στην παρούσα εργασία καταγράφηκαν με τη μέθοδο των ερωτηματολογίων όλες οι μονάδες ξύλου – επίπλου που απασχολούν πάνω από δύο άτομα, στην περιοχή Τρικάλων – Καρδίτσας – Καλαμπάκας κατά τα έτη 1995 και 2003. 

Από τις πέντε κατηγορίες στις οποίες ταξινομήθηκαν οι καταγραφόμενες μονάδες, αρνητική μεταβολή κατά τα έτη 1995-2003, υπέστη ο κλάδος των κουφωμάτων – επίπλων κουζίνας. Η μείωση των μονάδων καταδεικνύει τον ισχυρό ανταγωνισμό που δέχεται το ελληνικό έπιπλο από το εισαγόμενο και επισημαίνει την ανάγκη προσαρμογής των μονάδων στα δεδομένα της σύγχρονης ευρωπαϊκής αγοράς.

Ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων στις καταγραφόμενες επιχειρήσεις παρουσίασε μία μικρή μείωση, η οποία οφείλεται στην μείωση που παρατηρήθηκε στην Καλαμπάκα.  Ο αριθμός αυτός έμεινε σταθερός στην Καρδίτσα, ενώ αυξήθηκε στα Τρίκαλα.  Ένα ιδιαίτερα ενθαρρυντικό και ταυτόχρονα μη αναμενόμενο αποτέλεσμα, είναι ότι στις καταγραφόμενες επιχειρήσεις ο συνολικός αριθμός του ειδικευμένου προσωπικού υπερτερεί κατα πολύ του ανειδίκευτου προσωπικού.  Αυτό είναι περισσότερο έντονο στα Τρίκαλα, η διαφορά δεν είναι μεγάλη στην Καλαμπάκα, ενώ στην Καρδίτσα κυριαρχεί το ανειδίκευτο προσωπικό.

Κύριο χαρακτηριστικό του κλάδου είναι ο κατακερματισμός της παραγωγής σε ένα πολύ μεγάλο αριθμό μικρών επιχειρήσεων με μέσο αριθμό απασχολούμενων εργαζομένων κατά επιχείρηση λιγότερο από πέντε άτομα.

Από την καταγραφή της συνολικής ισχύος των μηχανημάτων παρατηρήθηκε μία μικρή αύξηση της συνολικής ισχύος από το 1995 έως το 2003, η οποία οφείλεται στη δραστηριότητα που αναπτύχθηκε στα Τρίκαλα. Στην Καλαμπάκα η κατάσταση έμεινε αναλλοίωτη, ενώ στην Καρδίτσα παρατηρείθηκε μείωση. Τα παραπάνω υποδηλώνουν ότι ουσιαστικά κατά τα έτη 1995 – 2003 οι επενδύσεις, από άποψη υλικοτεχνικής υποδομής, που πραγματοποιήθηκαν στις μονάδες ήταν από μηδαμινές έως ελάχιστες.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΣΥΕ 1996.  Στοιχεία Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδος των ετών 1989, 1996.

Κακαράς, Ι. (1995). Προβλήματα παραγωγής κλάδου Ξύλου - Επίπλου στην Ελλάδα - αντιμετώπιση.  Ημερίδα ΕΒΕ 1995.

Κακαράς, Ι. (1997).  Ο κλάδος επίπλου - ξυλουργικών κατασκευών στη Λάρισα: Υφιστάμενη κατάσταση - Προοπτικές - Τεχνολογικές εξελίξεις.  Ημερίδα ΤΕΙ Λάρισας, Παράρτημα Καρδίτσας, Τμήμα Δασοπονίας 1997.

Κακαράς, Ι. και Κ. Σούτσας  (1998).  Μελέτη Επιχειρήσεων Κλάδου Ξύλου και Επίπλου στο Ν. Λάρισας.  Τ.Ε.Ι. Λάρισας,  Παράρτημα Καρδίτσας, Τμήμα Δασοπονίας.

Φιλίππου, Ι. (1991).  Μελέτη Ίδρυσης και Λειτουργίας Σχολής Επίπλου.  Επιτροπή Ερευνών.  Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.